Ιστορία της Ελούντας

Αποσπάματα από το βιβλίο του Μανόλη Μακράκη «Ελούντα η- Η ιστορία της μέσα από την ιστορία της Κρήτης»

Ιστορία της Ελούντας
Η Ελούντα βρίσκεται βόρεια του Αγίου Νικολάου, και είναι παγκοσμίας φήμης τουριστικό θέρετρο κατοικημένο από τα πανάρχαια χρόνια. Τόπος με πλούσια ιστορική διαδρομή και ιδιαίτερο φυσικό κάλλος απέχει 10 χλμ. από την πρωτεύουσα του νομού Λασιθίου τον Άγιο Νικόλαο και ο χαραγμένος στις πλαγιές δρόμος σου δίνει την ευκαιρία να θαυμάσεις το υπέροχο θέαμα του κόλπου του Μεραμπέλλου και του κόλπου της Ελούντας ,του Κόρφου. Στις νότιες ακτές του Κόρφου δυτικά του αρχαίου Ολούντος είναι κτισμένο το Σκίσμα το λιμάνι της Ελούντας. Δυτικά και πολύ κοντά του Σκίσματος πάνω σε μικρό λόφο η Κάτω Ελούντα, βορειοδυτικά σε μικρό λόφο το Μαυρικιανώ και δυτικά στην πλαγιά το άλλοτε κεφαλοχώρι της περιοχής η Επάνω Ελούντα. Το Δημοτικό διαμέρισμα της Ελούντας απαρτίζουν ακόμη δυο μικρά γραφικά χωριουδάκια κρυμμένα πίσω από το βουνό δυτικά της Ελούντας οι Πινές ,Επάνω και Κάτω και το Τσιφλίκι βόρεια του Σκίσματος επί του επαρχιακού δρόμου. Ένας οικισμός στο βόρειο μυχό του κόλπου η Πλάκα ,απέναντι από τη Σπιναλόγκα ,αναπτύσεται γοργά τα τελευταία χρόνια και συμπληρώνει τους οικισμούς της περιοχής.
Στο βάθος του Κόλπου της Ελούντας βρίσκεται το νησάκι Σπιναλόγκα ,ένα χαρακτηριστικό ιστορικό παλίμψηστο. Οχυρωμένο φρούριο του αρχαίου Ολούντος , ενετικό φρούριο (1679-1715), ορμητήριο και καταφύγιο των Χαΐνηδων (1645-1715), τόπος εξορίας και φυλακή στις αρχές της τουρκοκρατίας, τουρκικός οικισμός από τις αρχές του 19ο αιώνα μέχρι το 1904 , λεπροκομείο (1904-1957), αξιοθέατο υποψήφιο για τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς ,σήμερα.
Ο τόπος κλειστός από τις γύρω βουνοκορφές Φοραδάρη, Οξά, Καρφί, Λούτσι, Κάδιστον όρος επικοινωνούσε μέχρι το 1940, που ανοίχτηκε ο επαρχιακός δρόμος Φουρνή – Ελούντα ,με μονοπάτι προς Φουρνή – Νεάπολη και βέβαια με τη θάλασσα. Αποκομμένοι σχετικά οι Ελουντιανοί από τις γειτονικές κατοικημένες περιοχές, εξαιτίας της μορφολογίας του εδάφους είχαν δημιουργήσει με τον καιρό το δικό τους πολιτισμό και το δικό τους χαρακτήρα. Το γλυκύ και απαλό κλίμα, η μαγεία του τοπίου, η επαφή με άλλα παράλια μέρη και νησιά, επιδρούσαν ευεργετικά στην ψυχοσύνθεσή τους σμίλεψαν όπως οι πέτρες που ακόνιζαν, χαρακτήρα απαλό,φιλήσυχο, πράο, μετριοπαθή χωρίς εγωπάθειες.
Η πλούσια ιστορία της Ελούντας χάνεται στα βάθη του χρόνου. Ο Ολούντας , αρχαία πόλη ένα περίπου χμ. ανατολικά από το Σκίσμα στη θέση Πόρος, κατοικήθηκε από τα μινωικά χρόνια, ήκμασε στους αρχαίους και πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Ο τόπος γνώρισε πλήθος κατακτητές : Ρωμαίους, Άραβες, Βενετούς, Τούρκους, Γερμανοϊταλούς. Ο Ολούς υπήρξε μια από τις σημαντικότερες εκατό πόλεις της αρχαίας Κρήτης. Βρισκόταν στον ισθμό που ενώνει την απέναντι χερσόνησο με τον κύριο κορμό της Κρήτης. Οι Γάλλοι απέκοψαν αυτό τον ισθμό το 1897-98 διευκολύνοντας τις θαλάσσιες συγκοινωνίες μετατρέποντας ταυτόχρονα τη χερσόνησο σε νησί.
Ο Ολούς ,δωρική πόλη ,διοικούνταν με το σύστημα της ευνομίας ένα είδος αριστοκρατίας. Στην Ελούντα λατρευόταν ο Ταλλαίος Δίας, ο Απόλλωνας και η Βριτόμαρτις με ναό αφιερωμένο σ’ αυτήν. Προς τιμήν τους γινόταν οι Ταλλαδίτες γυμνικοί αγώνες και τα Βριτομάρτια. Επίσης λάτρευαν τον Ασκληπιό ο οποίος είχε σώσει την πόλη από μια άγνωστη επιδημία που είχε ταλαιπωρήσει τους Ολουντίους. Από τις επιγραφές που έχουν βρεθεί συμπεραίνουμε πως ασχολούνταν με το εμπόριο, τη θάλασσα και την επεξεργασία οστράκων (κοχυλιών) από τα οποία έβγαζαν χρώματα και βαφές (πορφύρα ,σκούρο κόκκινο χρώμα ). Ακόμη έκαναν εξόρυξη της ακονόπετρας . Αρχαιολογικά ευρήματα και επιγραφές βρίσκονται στα Αρχαιολογικά Μουσεία Αγίου Νικολάου, Ηρακλείου και Λούβρου. Ο Ολούς είχε δικά του νομίσματα, μάλιστα ο Σβορώνος αναφέρει 11 διαφορετικούς τύπους. Στα περισσότερα παριστάνεται στη μία πλευρά η Άρτεμις Βριτομάρτις, και από την άλλη ο Ζευς αετοφόρος ή δελφίνι ή άστρο. Η ακμή του Ολούντος συνεχίστηκε και κατά την πρώτη βυζαντινή περίοδο. Το μαρτυρούν δυο σπουδαία μνημεία της εποχής.Η Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Πόρου με το θαυμάσιο μωσαϊκό της, επισκέψιμο σήμερα , και η Βασιλική της Κολοκύθας ένα ιδιαίτερα φρονισμένο κτίριο, ως προς τον πλούτο των υλικών ( εξαίσια πάλλευκα μάρμαρα ), και την αρτιότητα εκτέλεσής του. Στον «Συνέκδημο» έργο του Ιεροκλή ο Ολούς αναφέρεται Άλυγγος.
Κατακτήθηκε από τους Άραβες το 824 μ. Χ. έπειτα από γενναία αντίσταση των ντόπιων στο τείχος της Σπιναλόγκας , σύμφωνα με τους θρύλους.
Πυκνό σκοτάδι καλύπτει τα επόμενα χρόνια. Πιθανότερη αιτία αφανισμού του Ολούντος, υπήρξε ο μεγάλος σεισμός του 780 μ.Χ.που συμπλήρωσε τις καταστροφές από τις πειρατικές επιδρομές των Αράβων απόληξη των οποίων υπήρξε η Αραβική κατάκτηση του νησιού το 823 μ. Χ.
Το 1210 η Ελούντα όπως και η υπόλοιπη Κρήτη πέρασε στα ενετικά χέρια. Πρώτη μνεία του ονόματος Ελούντα στη νεότερη εποχή έχουμε το 1206 Stinelonde και αναφέρεται σε ναυμαχία μεταξύ Γενουατών και Ενετών στον Κόρφο . Επίσης η Ελούντα αναφέρεται έχουμε σε έγγραφο , αγοραπωλησίας κρασιού ,του 1396. Οι Ενετοί φτιάχνουν τις αλυκές για την παραγωγή του αλατιού το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα και αρχίζουν υπό την απειλή του τουρκικού κινδύνου την ανοικοδόμηση του φρουρίου της Σπιναλόγκα (1579). Αρκετές εκκλησίες ανεγείρονται κατά την διάρκεια της ενετοκρατίας (Αγίας Τριάδας, Ανάληψης, Αγίου Γεωργίου στον Πόρο, Αγίου Νικολάου, στην Κατεβατή, Παναγία στον Ντρουβαλιά, Αγίας Παρασκευής στο Τσιφλίκι και Αγίας Μαρίνας στην Πλάκα,των Αγ. Παντελεήμονα, Αγ. Γεωργίου, Αγ. Νικολάου στη Σπιναλόγκα ). Η Ελούντα όμως δεν κατοικείται μόνιμα. Αναφέρεται σαν Μετόχι κατά την ύστερη Βενετοκρατία. Στο κατάστιχο του νοταρίου Ιωάννη Κατζαρά καθώς και σε άλλα συμβόλαια της μονής Αρετίου, δεν αναφέρεται όμως σε επίσημες ενετικές απογραφές.
Το 1669 οι Τούρκοι κατέλαβαν το Χάνδακα (Ηράκλειο) και έγιναν κυρίαρχοι της Κρήτης. Η Σπιναλόγκα θα αντιστάθηκε για 46 χρόνια ακόμη. Μέχρι το 1715 που κατέλαβαν οι Τούρκοι, έβρισκαν σ’ αυτήν καταφύγιο οι επαναστάτες της εποχής, οι ξακουστοί Χαΐνηδες. Εξ’ αιτίας αυτού του γεγονότος οι Τούρκοι είχαν απαγορεύσει την εγκατάσταση σε όλο τον ευρύτερο χώρο της Σπιναλόγκας. Η απαγόρευση αυτή και ο φόβος των πειρατών έκαναν επιφυλακτικούς τους κατοίκους που διέμεναν σε μικρούς κτηνοτροφικούς οικισμούς μακριά από την θάλασσα. Ο εποικισμός των οικισμών Επάνω, Κάτω Ελούντας και Μαυρικιανού σε μόνιμη βάση άρχισε από τα μέσα του 18ου αιώνα με οικογένειες από την Φουρνή που είχαν κτηματικές περιουσίες στην Ελούντα και που εργαζόταν εποχιακά στις αλυκές. Μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν την Ελούντα σαν προσωρινό τόπο διαμονής (Μετόχι). Μετόχι Ελούντας αναφέρεται χαρακτηριστικά σε συμβόλαια των τελευταίων χρόνων της ενετοκρατίας .Το 1834 όπως μας πληροφορεί ο Πάσλευ έχει 40 οικογένειες. Η Ελούντα πυρπολήθηκε το 1823 από τον Χασά πασά. Οι κάτοικοι της πήραν ενεργό μέρος σ’ όλες τις Κρητικές επαναστάσεις για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, καθώς και στους αποκλεισμούς του φρουρίου της Σπιναλόγκα. Άξια λόγου είναι η συμμετοχή και οι θυσίες των στρατευμένων Ελουντιανών για την απελευθέρωση της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης.
Μετά την απελευθέρωση του νησιού από τον τουρκικό ζυγό οι ελουντιανοί ασχολήθηκαν ελεύθεροι με ειρηνικά έργα και προόδευσαν. Η δεκαετία 1912-22 εποχή έντονων πολεμικών γεγονότων ήταν δεκαετία οπισθοδρόμησης.
Ο πληθυσμός της ασχολήθηκε με την γεωργία την κτηνοτροφία, την αλιεία, την εξόρυξη ακονόπετρας και την παραγωγή του αλατιού.Τη δωδεκαετία 1928-1939 ο κόλπος της (Κόρφος) χρησιμοποιήθηκε από τη βρετανική αεροπορική εταιρεία Ιμπέριαλ σαν λιμάνι προσθαλάσωσσης ,αποθαλάσσωσης και ανεφοδιασμού των υδροπλάνων της στο δρόμο προς τις μακρινές Ινδίες.
Το 1947 ένας διορατικός επιχειρηματίας ο Κων/νος Μαυρικάκης κτίζει το πρώτο ξενοδοχείο στο Σκίσμα Ελούντας το «Μέγαρο» όπως το ονόμασαν οι ντόπιοι. Εκεί θα φιλοξενηθεί για ένα περίπου χρόνο η Μαίρη Στιούαρτ βρετανίδα συγγραφέας η οποία θα γράψει τα φεγγαρογνέματα, διήγημα που θα δημοσιευτεί σε σειρές στο βρετανικό τύπο και θα γνωρίσει τεράστια επιτυχία. Πάνω στα φεγγαρογνέματα βασίστηκε ο Ντίσνευ για τα γυρίσματα της ταινίας του το 1963 « Τα κρόσια του φεγγαριού » που κατ’ επιθυμία της Στιούαρτ έπρεπε να γυριστεί στην Ελούντα ,όπως και συνέβη. Η ταινία γνώρισε την Ελούντα σε επιχειρηματικούς κύκλους σε εσωτερικό και εξωτερικό και συνέβαλε όπως αποδείχτηκε αργότερα στην καλύτερη διαφήμισή της. Το 1964 η Ελούντα χαρακτηρίστηκε με βασιλικό διάταγμα τουριστική περιοχή. Από το 1970 η Ελούντα αλλάζει πρόσωπο.Οι επιχειρηματίες Ελένη Νάκου, Γιώργος και Σπύρος Κοκοτός ανεγείρουν τα πρώτα ξενοδοχεία πολυτελείας. Σ’ αυτά αλλά και στα υπόλοιπα που ανηγέρθηκαν στα κατοπινά χρόνια έχουν φιλοξενηθεί σημαντικές προσωπικότητες της διεθνούς πολιτικής, οικονομικής , καλλιτεχνικής και αθλητικής ζωής. Με την έλευση του τουρισμού ο πληθυσμός ασχολείται αποκλειστικά σ’ αυτόν τον τομέα, εγκαταλείπει την Επάνω και Κάτω Ελούντα και σε μεγάλο βαθμό πατροπαράδοτες καλλιέργειες (χαρούπι ,ακόνι ,αλιεία , δημητριακά) και συγκεντρώνεται στο Σκίσμα.
Η Ελούντα αποκτά τα επόμενα χρόνια μια αλυσίδα ξενοδοχείων όπου φιλοξενούν κάθε καλοκαίρι υψηλούς προσκεκλημένους και την μετατρέπουν σε παγκόσμιας φήμης τουριστικό θέρετρο. Μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον παραουσιάζει τα τελευταία χρόνια όλη η περιοχή της .
Το άριστο κλίμα ,η εξαίρετη ομορφιά και γαλήνη του τοπίου σε συνδυασμό με τα σπουδαία μνημεία του αλλά και η άριστη ποιότητα παροχής υπηρεσιών στα πολυτελή ξενοδοχεία της είναι οι αιτίες που η Ελούντα προσελκύει κάθε χρόνο χιλιάδες επισκεπτών.

 Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Η συνολική εικόνα της εκπαίδευσης στην Κρήτη από την τουρκοκρατία μέχρι και τις αρχές του 20ου (1645-1913)

Περίοδος τουρκοκρατίας

Τους δυο πρώτους αιώνας της τουρκοκρατίας (1645-1856) ελάχιστα ήταν τα σχολεία που λειτουργούσαν στην Κρήτη, κι αυτά μόνο στις μεγάλες πόλεις Ηράκλειο, Ρέθυμνο και Χανιά, από τα τέλη του 18ου αιώνα. Οι Τούρκοι κατακτητές ήταν τελείως αρνητικοί σε κάθε προσπάθεια για πνευματική πρόοδο του πληθυσμού. Έτσι επικρατούσε μεγάλη αγραμματοσύνη και το βαθύ σκοτάδι της αμάθειας απλωνόταν σε όλο το νησί. Οι ελάχιστοι που ήξεραν στοιχειώδη γραφή και ανάγνωση μάθαιναν τα λίγα κολυβογράμματα όπως τα έλεγαν στα μοναστήρια με τη φροντίδα των καλόγερων από τα εκκλησιαστικά βιβλία Οκτώηχο και ψαλτήρι που ήταν γραμμένα σε γλώσσα αρχαΐζουσα, χωρίς καμιά μέθοδο διδασκαλίας. Η ανάγνωση περιοριζόταν στα παραπάνω βιβλία ελλείψει αναγνωστικών αλλά και γιατί βασικός σκοπός της μάθησης ήταν η προετοιμασία ιερέων και ψαλτών. Τέτοια υποτυπώδη σχολεία λειτούργησαν μέχρι το 1850 στο νομό Λασιθίου στα μοναστήρια Τομπλού, Φανερωμένης, Κρεμαστών, Αρετίου αλλά και στα χωριά Μίλατο, Κριτσά και Τζερμιάδο. (Σημ. 1)
Τα λίγα σχολεία που λειτουργούσαν στην Κρήτη το 1821 θεωρήθηκαν κέντρα αποστασίας από τους τούρκους κατακτητές, έκλεισαν και οι δάσκαλοι καταδιώχτηκαν. Ο πόθος όμως για λευτεριά και εκπαίδευση έμενε άσβεστος. Αρκετοί από τους γονείς που ποθούσαν να μάθουν τα παιδιά τους γράμματα κατέφευγαν στους γραμματοδιδασκάλους που κι αυτοί διέθεταν στοιχειώδεις μόνο γνώσεις της ελληνικής γλώσσας. Επιτελούσαν έργο ιεραποστολικό – εθνικό και η αμοιβή των περισσότερων δεν ήταν μεγαλύτερη από 100 γρόσια το μήνα, περίπου ένα σακί αλεύρι ή είδη τροφίμων. Στα περισσότερα χωριά η αμοιβή του δασκάλου ήταν «μια οκά μέλανος άρτου» συνοδευμένη με ορισμένα άλλα τρόφιμα και ονομαζόταν «Δευτεριάτικα» γιατί δινόταν κάθε Δευτέρα. Αν κάποιος μαθητής δεν προόδευε, συχνή ήταν η έκφραση από την πλευρά των γονέων του «κρίμας μωρέ τα Δευτεριάτικα!!! » (Σημ. 2)
Η παράδοση θέλει την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου να είναι το κρυφό σκολειό της Ελούντας στους χαλεπούς καιρούς της τουρκοκρατίας. Το γεγονός ότι το μικρό αυτό εξωκλήσι είναι κτισμένο σε εκβραχισμένο έδαφος δυσθεώρητο από παντού ερμηνεύει την προέλευση της παράδοσης.
Κατά την περίοδο της Αιγυπτοκρατίας η διοίκηση της Κρήτης επέστρεψε και βοήθησε «όσον ήτο αναγκαίον εις την σύστασιν αλληλοδιδακτικών σχολείων της γραικικής γλώσσης». Ο Μωχάμετ Άλυ, κατά την πρώτη επίσκεψη στην Κρήτη το 1833, παρακίνησε τα τοπικά συμβούλια να ιδρύσουν σχολεία, δηλώνοντας ότι «είναι δίκαιον η κυβέρνησης να σώση το λαόν της νήσου από την αμάθειαν και την απώλειαν και ότι πρέπει να διαφωτίση αυτόν με την γνώσιν και την μόρφωσιν».(Σημ. 3)
Ένα τέτοιο σχολείο λειτούργησε στην Κριτσά αμέσως μετά την επανάσταση του 1821. Το σχολείο αναφέρεται από τον Κ. Κοζύρη το 1832 στο περίφημο ημερολόγιό του. Το σχολείο της Μιλάτου λειτούργησε σαν εκκλησιαστικό από το 1800-1870, στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και σε ιδιωτικές οικίες,όπως αναφέρεται στο λεύκωμα ιστορίας του Σχολείου.
Τα μοναστήρια αποτέλεσαν τον πυρήνα της εκπ/σης στο Λασίθι. Σ’ ένα μοναστήρι της Φουρνής την Κεραπολίτισσα στεγάστηκε το πρώτο σχολείο της περιοχής ίσως και του νομού Λασιθίου. Με δωρητήριο του τότε επισκόπου Πέτρας Δωροθέου Διαμαντίδη, του λεγόμενου Μαυροθαλασσίτη, λόγω της καταγωγής του από τη Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινο Πόντο ), παραχωρήθηκαν το 1846 ορισμένα κτήματα που ανήκαν στη Μονή Αρετίου για την ίδρυση σχολείου. Σ’ αυτό το σχολείο που στεγάστηκε αρχικά σ’ ένα κελί φοιτούσαν μαθητές απ’ όλα τα χωριά του τότε δήμου Φουρνής. Δηλαδή τα τρία χωριά της Φουρνής, τις Δωριές, το Καρύδι, το Σκινιά, το Λούμα, τις Σέλλες, το Βρουχά, την Πλάκα, και την Ελούντα. Σχολείο λειτούργησε επίσης τη δεκαετία του 1840 στη μονή Κρεμαστών με πρώτο δάσκαλο τον αρχιμανδρίτη Μελέτιο Χλαπουτάκη ηγούμενο της μονής. (Σημ. 4)
Σχολείο λειτούργησε και στη μονή Τομπλού (Ακρωτηριανής) όπου φοιτούσαν μαθητές από όλη την επαρχία Σητείας, μαθαίνοντας το εκκλησιαστικό τυπικό και την εγκύκλιο εκπαίδευση, γνώσεις που τους εξασφάλιζαν προνομιούχο θέση στην κοινωνία. Το σχολείο αναφέρεται από τον περιηγητή Άγγλο ναύαρχο Σπράτ, που ταξίδεψε στην Κρήτη περί το 1850 και επισκέφτηκε τη μονή Τομπλού : (Σημ.5)
«… Στο μοναστήρι λειτουργεί σχολείο όπου φοιτούν περίπου 30 αγόρια από τη γύρω περιοχή,πράγμα που αποτελεί τον καλύτερο έπαινο για τη μονή.Κάποια στοιχειώδης εκπαίδευση παρέχεται λοιπόν εδώ κι εκεί στους αγρότες της Κρήτης από τα μοναστήρια του νησιού.Όμως είναι λίγη, καθώς συχνά τα μοναστήρια βρίσκονται μακριά από τα χωριά και η μετακίνηση προς αυτά είναι δύσκολη..».
Αυτά τα ελάχιστα σχολεία λειτουργούσαν στο Λασίθι μέχρι το 1858. Με τους συνεχείς αγώνες του Κρητικού λαού η κατάσταση άλλαξε από τα μέσα του 19ου αιώνα. Μετά το Κριμαϊκό πόλεμο η Τουρκία εξέδωσε το Χατί Χουμαγιούν (Λαμπρά Γραφή) διάταγμα που χορηγούσε προνόμια και ελευθερίες στους υπόδουλους χριστιανούς. Η μη εφαρμογή αυτών των βασικών προνομίων οδήγησε στην επανάσταση του Μαυρογένη το 1858 και στην εκ νέου παραχώρηση από το Σουλτάνο των ζητούμενων ελευθεριών. Ανάμεσα στα δικαιώματα που παραχωρήθηκαν ήταν η σύσταση Δημογεροντιών και η δυνατότητα ίδρυσης σχολείων. Επειδή το διάστημα από το 1858 –1866 τα σχολεία που συντηρούσε η εκκλησία ήταν ελάχιστα παρά τη μεγάλη ακίνητη περιουσία που είχε στην κατοχή της ,οι κάτοικοι της επαρχίας Μεραμβέλλου ενθαρρυνόμενοι από τις δηλώσεις του Τούρκου Γενικού Διοικητή κατηγόρησαν τον επίσκοπο Πέτρας ‘διότι καίτοι αρχιερεύων από πολλών ετών ,ούτε εν σχολείον ανήγειρε καταχρώμενος τα αφιερώματα των προπατόρων αυτών’. Ο τούρκος διοικητής παρενέβη και διόρισε επιτροπή Μεραμπελιωτών ,τους λεγόμενους εφόρους , με αντικείμενο την ίδρυση σχολείων. Οι έφοροι αποφάσισαν να ‘λαμβάνουν παρά των ενοικιαστών τα ενοίκια των μοναστηριακών κτημάτων’ και να τα διαθέτουν για την ανέγερση σχολείων. Η απόφαση αυτή των εφόρων προκάλεσε την αντίδραση τόσο της Επισκοπής Πέτρας ,όσο και της Μητρόπολης Κρήτης. Με την προκλητική ανάμειξη του Ισμαήλ πασά Γενικού Διοικητή Κρήτης η υπόθεση έληξε υπέρ της εκκλησίας. Η στάση όμως του Ισμαήλ αποτέλεσε μια από τις αφορμές της τρίχρονης επανάστασης του 1866.Με τη λήξη της επανάστασης παραχωρήθηκε ο Οργανικός Νόμος του 1868. Σύμφωνα με το νόμο αυτό υποστηρίχθηκε και οργανώθηκε συστηματικότερα η παιδεία, ιδρύθηκαν Δημοτικά Σχολεία στα μεγαλύτερα χωριά και ελληνικά σχολεία (Σχολαρχεία) στις τέσσερις κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου (Νεάπολη, Βιάννο, Ιεράπετρα και Σητεία). Μια έκθεση του Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως για την κατάσταση της παιδείας στις ελληνικές επαρχίες το 1872, μας πληροφορεί ότι στο τμήμα Λασιθίου φοιτούν 1456 μαθητές και 68 μαθήτριες και η εφορία «θερμώς συνίστησε τον καταρτισμόν δύο τουλάχιστον αλληλοδιδακτικών εν ταις επαρχίες Ιεραπέτρου και Αρκαδίας (Βιάννου) ων οι κάτοικοι πτωχότατοι, έχουσι την πικρίαν να βλέπωσι τα τέκνα αυτών εγκαταλελειμμένα εν ταις αγυαίς άνευ παρόντος και άνευ μέλλοντος».
Έτσι ιδρύθηκε η Εκπαιδευτική εφορεία το 1874 στην οποία ανατέθηκε η οργάνωση και η εποπτεία των σχολείων, ενώ η συντήρηση τους ανατέθηκε στις κατά τόπους δημογεροντίες τις οποίες ενίσχυσε η μεγάλη Δημογεροντία Λασιθίου με έδρα τη Νεάπολη. Τόσο οι Δημογεροντίες και η Εφορεία όσο και ο λαός που διψούσε για μάθηση επέδειξαν εξαιρετικό ζήλο και πρωτοφανή δραστηριότητα για την ίδρυση σχολείων. Το διάστημα 1874-80 κτίστηκαν πολλά σχολεία στην περιοχή από τοπικούς πόρους, από ενίσχυση των μοναστηριών και της μεγάλης Δημογεροντίας. Το Φεβρουάριο του 1876 λειτουργούσαν στο Μεραμπέλλο τα παρακάτω Δημοτικά σχολεία (Σημ. 6 ): στη Βουλισμένη με 25 μαθητές, στο Βραχάσι με 80 μαθητές, την Κριτσά με 100 μαθητές, τη Μίλατο με 40 μαθητές, την Πρίνα με 40 μαθητές, τη Φουρνή Κεραπολίτισσα με 70 μαθητές και το Χουμεριάκο με 85 μαθητές. Στη Νεάπολη λειτουργούσε Δημοτικό Σχολείο αρένων με 100 μαθητές, παρθεναγωγείο με 40 μαθήτριες και 3τάξιο Σχολαρχείο με μία γυμνασιακή τάξη στο οποίο φοιτούσαν 80 μαθητές. Η πρώτη γυμνασιακή τάξη προστέθηκε από το 1876 στο Ελληνικό Σχολείο Νεάπολης, επειδή δεν υπήρχε αυτοτελές γυμνάσιο, το οποίο λειτούργησε από το 1882. Να σημειωθεί ότι το Γυμνάσιο Νεάπολης ήταν το μοναδικό που λειτουργούσε στο Νομό Λασιθίου μέχρι το 1916 που ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Σητείας. Τον επόμενο χρόνο (1917) ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Ιεράπετρας και το 1925 ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Αγίου Νικολάου. Το 1876 κτιζόταν σχολεία στην Ελούντα και τη Μίλατο «μη εισέτι αποπερατωθέντα». Προτάθηκε από τη Δημογεροντία η ίδρυση σχολείου στα χωριά Λίμνες και Λούμα ή Πινές. Τελικά το σχολείο ιδρύθηκε στο Λούμα το 1881 και σ’ αυτό φοιτούσαν μαθητές από το Βρουχά, το Λούμα τις Σέλλες και το Σκινιά και τα γειτονικά μετόχια μέχρι το 1899 που ιδρύθηκαν σχολεία στο Βρουχά και το Σκινιά.
Στην επαρχία Λασιθίου (Οροπέδιο) λειτουργούσαν αλληλοδιδακτικά σχολεία στο Ψυχρό από το 1858 και στο Τζερμιάδο από τη δεκαετία του 1840. Το 1871 ιδρύθηκε σχολείο στον Άγιο Γεώργιο από τον Κωστάκη Αδοσίδη πασά.
Στην επαρχία Ιεράπετρας το 1876, λειτουργούσαν σχολεία στα χωριά : Βασιλική, Κάτω χωριό, Μεσελέρους, Καβούσι, Άγιο Ιωάννη, Κεντρί, Μάλλες. Στην Ιεράπετρα λειτουργούσε Ανώτερο Εκπαιδευτήριο της Ελληνικής, Λατινικής και Γαλλικής γλώσσας, ένα Δημοτικό και ένα Παρθεναγωγείο. Διδακτήρια είχαν οικοδομηθεί μόνο στην Ιεράπετρα, το Καβούσι και το Κάτω Χωριό. Στα υπόλοιπα χωριά η διδασκαλία γινόταν σε διάφορα σπίτια με την καταβολή ενοικίου.
Στην επαρχία Σητείας λειτουργούσε το 1876, ένα ανώτερο εκπαιδευτήριο της ελληνικής γλώσσας στο λιμάνι της Σητείας και δημοτικά σχολεία στα χωριά: Λιθίνες, Στραβοδοξάρι, Πεύκοι, Μουλιανά, Καρύδι, Ζήρο, Ορνώ, Ρούσσα Εκκλησιά, Ζάκρο, Σκοπή, Τουρλωτή και Λάστρο.
Τα σχολεία συντηρούνταν από ιδιωτικές συνδρομές και τα εκκλησιαστικά κτήματα. Αξίζει να αναφερθεί η μεγάλη προσφορά της μονής Τομπλού στην υπόθεση της εκπαίδευσης στην Ανατολική Κρήτη. Μέχρι το 1899 η μονή πλήρωνε συνδρομές υπέρ των σχολείων στη Δημογεροντία Λασιθίου. Οι μισθοί των δασκάλων εξαρτώνταν από τις σπουδές και τις ικανότητες τους και κυμαίνονταν από 2 μέχρι 5 χιλιάδες γρόσια το χρόνο.
Το πρώτο σχολείο στον Άγιο Νικόλαο ιδρύθηκε το 1883 και στεγάστηκε σε οίκημα που οικοδόμησαν με συνεισφορές (15.000 γρόσια) οι κάτοικοι του μικρού τότε Μανδρακίου. Πρώτος δάσκαλος ήταν ο Εμμανουήλ Καζάνης ή Καραμανόλης. Στο σχολείο φοιτούσαν 45 μαθητές και βρισκόταν απέναντι από τον κινηματογράφο Ρεξ στην οδό Πασιφάης της συνοικίας Μύλος (τρίτο κτίριο αριστερά, κατεδαφισμένο σήμερα).(Σημ. 7)

Οι τύποι των πρώτων σχολείων, τα οποία ιδρύθηκαν από την εκπαιδευτική εφορία ήταν οι εξής:

  • 1) Αλληλοδιδακτικά Σχολεία (τετρατάξια)
  • Ήταν τα πρώτα που ιδρύθηκαν από το 1869. Σε αυτά οι ικανότεροι και εξυπνότεροι μαθητές δίδασκαν υπό την καθοδήγηση ενός μόνο δασκάλου, τους τελείως αγράμματους ή αδύνατους μαθητές.
  • 2) Δημοτικά Σχολεία Αρένων (πεντατάξια).
  • Συγχρόνως με τα αλληλοδιδακτικά ιδρύθηκαν στις κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου, όπου υπήρχε μεγαλύτερη οικονομική ευχέρεια, Δημοτικά Σχολεία με πέντε τάξεις.
  • 3) Ελληνικά Σχολεία ή Σχολαρχεία.
  • Ήταν τριτάξια και λειτούργησαν από το 1870 στις 4 κωμοπόλεις του νομού (Νεάπολη, Ιεράπετρα, Σητεία και Βιάννο)
  • 4) Παρθεναγωγεία πεντατάξια.
  • Δημοτικά Σχολεία θηλέων με πέντε τάξεις. Τα πρώτα παρθεναγωγεία ιδρύθηκαν στη Νεάπολη, την Ιεράπετρα και τη Σητεία.

Η εποχή που ιδρύθηκαν τα παραπάνω σχολεία ήταν ιδιαίτερα αρνητική για την εκπαίδευση αφού κύρια χαρακτηριστικά της ήταν η οικονομική ένδεια , η καταπίεση του πληθυσμού, οι ταραχές και τα επαναστατικά κινήματα.
Με τη σύμβαση της Χαλέπας (1878), που δημιουργούσε καθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας διευρύνθηκαν τα προνόμια και ιδρύθηκαν περισσότερα σχολεία ιδίως επί διοικήσεως του νησιού από τον Ι. Φωτιάδη (1878-1995). Τα εκκλησιαστικά βιβλία αντικαταστάθηκαν από αναγνωστικά γραμμένα σύμφωνα με τις παιδαγωγικές αρχές της εποχής. Ακόμη ιδρύθηκαν φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι στις μεγάλες πόλεις όπου και αναπτύχθηκε ζωηρή πνευματική κίνηση με τη δημιουργία βιβλιοθηκών και την έκδοση εφημερίδων.
Το 1881 ψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση των Κρητών ο «νόμος περί παιδείας» που τέθηκε δε εφαρμογή τον Ιούνιο του 1881 και ίσχυσε ως το 1898. Ο νόμος προέβλεπε υποχρεωτική βασική εκπαίδευση και για τα δυο φύλα και ίδρυση Δημοτικών Σχολείων όπου συγκεντρώνονταν 30 μαθητές και ελληνικού (Σχολαρχείου) όπου συγκεντρώνονταν 80 μαθητές.
Παρά τις προαναφερόμενες προσπάθειες, ο πληθυσμός ήταν βυθισμένος στο σκοτάδι του αναλφαβητισμού, γεγονός που πιστοποιεί η απογραφή του 1881.(Σημ. 8 Σταυράκη Νικόλαος). Σύμφωνα με αυτήν την απογραφή ο μέσος όρος του αναλφαβητισμού στην Κρήτη ανερχόταν για μεν τους χριστιανούς στο 81,8% για τους άνδρες και στο 96,5% για τις γυναίκες. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τους Οθωμανούς ήταν 80,8% και 88,25%. Η διαφορά υπέρ των Οθωμανών παρατηρείται «επειδή το πλείστον μέρος του χριστιανικού πληθυσμού ανήκει εις τας αγροτικάς τάξεις, τουναντίον δε το πλείστον μέρος του πληθυσμού κατοικεί εν ταις πόλεσιν, εν αίς ο αριθμός των εν τοις σχολείοις φοιτώντων είναι πάντοτε μεγαλύτερος». Τα αντίσοιχα ποσοστά στο νομό Λασιθίου.
Μεραμπέλλο
Αγράμματοι: χριστιανοί αρένες 5.351, θήλεις 7.093, Οθωμανοί αρ. 517, θηλ. 515
Σύνολο αγραμμάτων 13.432
Εγγράμματοι: χριστιανοί αρ. 1790, θήλεις 146, Οθωμ. Αρ. 326, θήλεις 246
Σύνολο εγγραμμάτων 2.503
Στο Δήμο Φουρνής
Χριστιανοί αρένες εγγράμματοι 357 , θήλεις 18. Αγράμματοι αρένες 1157, θήλεις 1498 Οθωμανοί εγγράμματοι αρένες 14, θήλεις 6. Αγράμματοι αρένες 13, θήλεις 26
Σύνολο εγγραμμάτων 395, σύνολο αγραμμάτων 2.694
Μεγάλο ήταν το ποσοστό εγγραμμάτων στη Σπιναλόγκα.
Στο δήμο Σπιναλόγκα το 1881 υπήρχε μία χριστιανή γυναίκα (αγράμματη) και 1112 Οθωμανοί κάτοικοι αποτελώντας το μεγαλύτερο μουσουλμανικό κέντρο σ’ ολόκληρη την επαρχία Μεραμπέλλου. Απ’ αυτούς 439 ήταν εγγράμματοι (40%) (άνδρες 207, γυναίκες 232) και 673 αγράμματοι 60% (340 αρένες και 332 θήλεις). Το ποσοστό των εγγραμμάτων ανδρών είναι περίπου 38% και το ποσοστό των αγγραμμάτων 62% Στις γυναίκες τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 41% και 59%.


Το ποσοστό των εγγραμμάτων τουρκοκρητικών της Σπιναλόγκας είναι από τα υψηλότερα στην Κρήτη , και αυτό οφείλεται στη λειτουργία σχολείου στη Σπιναλόγκα 11 τουλάχιστον χρόνια πριν την απογραφή του 1881 σύμφωνα με το παρακάτω έγγραφο που ανασύραμε από το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης . (Σημ. 9 ).Πρόκειται για πιστοποιητικό διορισμού υπηρεσίας και αναχωρήσεως από την Κρήτη του του Αλή Τζαλήπ Εφένδη Πεζανάκη Δ/ντή της εφορείας και επόπτη της εσωτερικής υπηρεσίας των σχολείων.Φέρει ημ/νία 15/10/1898, και η εκδούσα αρχή είναι το Λογιστήριο του νομού Λασιθίου. Σύμφωνα μ’ αυτό το έγγραφο ο Πεζανάκης υπηρέτησε «διδάσκαλος του εν Σπίνα Λόγκα Λασηθίου Ρουχδιγιέ από 1η Αυγούστου 1286(1870) μέχρι τέλους Αυγούστου 1295(1879), έτη 9- μήνες 1, μηνιαίος μισθός γρόσια 625 ».Πιθανότατα το σχολείο λειτουργούσε πολλά χρόνια πριν αλλά και μετά την Τζαλήπ Πεζανάκη μέχρι την αποχώρηση των τούρκων από τη Σπιναλόγκα το 1904.


Μέχρι το 1889 με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση επιφανών χριστιανών κατοίκων του νησιού είχαν ιδρυθεί 318 χριστιανικά δημοτικά σχολεία σ’ ολόκληρη την Κρήτη. Η ίδρυση των παραπάνω σχολείων ανέβασε τον αριθμό των μαθητών από 7.800 το 1860 στις 13. 871 το 1881.
Η φοίτηση στα ελληνικά σχολεία ήταν τριετής και στα γυμνάσια τετραετής. Οι μαθητές που τέλειωναν το Δημοτικό, Ελληνικό και Γυμνάσιο εγγράφονταν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες ο χριστιανικός πληθυσμός θα οργανώσει την εκπαίδευσή του σε καλύτερες βάσεις, θα ξεπεράσει τα πολλά εμπόδια και ωθούμενος από τις πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις της εποχής θα πετύχει τη μείωση του αναλφαβητισμού (τουλάχιστον στον ανδρικό πληθυσμό) σε αρκετά ικανοποιητικό για την εποχή επίπεδο (ποσοστό μείωσης 22,4% για τους άνδρες και 11,45% για τις γυναίκες κατά την 20ετία 1880-1900). Ραγδαία ήταν και η αύξηση των μαθητών που έφτασαν τις 33.536 το 1898.

Το μουσουλμανικό σχολείο της Σπιναλόγκας

Το μουσουλμανικό σχολείο ( Ρουγδιγιέ τι σημαίνει ;;) της Σπιναλόγκας ιδρύθηκε ως γραμματοδιδασκαλείο (11/5-10-1899). Από την παρακάτω όμως έκθεση φαίνεται πως λειτουργούσε σαν ιδιωτικό τα προηγούμενα χρόνια. Επανιδρύθηκε ως γραμματοδιδασκαλείο (87/11-11-1900). Λειτούργησε ως αδιαίρετο κατά τα σχολικά έτη 1901-02 ,1902-03,1903-04. Το μαθητικό του δυναμικό ήταν 40 (1899-00) ,31 (1900-01) ,32 μαθητές το (1901-02) ,30 το (1902-03) & 35 μαθητές το 1903-04. Στεγαζόταν σε δημόσιο κτήριο. Με τη μεταφορά των λεπρών στο νησί τον Οκτώβρη του 1904 οι οθωμανοί εγκατέλειψαν τη Σπιναλόγκα και το σχολείο σταμάτησε τη λειτουργία του. Το διάστημα λειτουργίας του σχολείου δάσκαλος ήταν ο Ιβραΐμ Μπαμπαλάκης (γραμματοδιδάσκαλος) από το Παρασπόρι Σητείας.(Σημ.10)
Ένα έγγραφο του 1899 για το σχολείο της Σπιναλόγκας

« Εν τη 22/11/1899
Κρητική Πολιτεία
Ο Νομαρχιακός επιθεωρητής Λασηθίου
Αριθ. Πρωτ. 130
Διεκ.55
Προς την Σ. Ανωτέραν Διεύθυνσιν
Της δημοσίας εκπαιδεύσεως


Λαμβάνω την τιμήν να υποβάλλω τη Σ. Διευθύνσει ότι επειδή εν Σπιναλόγκα υπάρχουσι 40 περίπου οικογένειες μουσουλμανικαί , είναι ανάγκη να ιδρυθή ένα γραμματοδιδασκαλείον. Την ανάγκην δε ταύτην υπέδειξάν μοι δι’ εγγράφου των και οι κάτοικοι της Σπιναλόγκας. Επειδή δε την θέσιν ταύτην εζήτησεν ο και μέχρι τούδε εν Σπιναλόγκα διδάσκων Ιβραήμ εφένδης Μπαμπαλάκις ή Μπαϊραμάκης, ούτινος η αίτησις υπάρχει κατατειθεμένη εν τω Γραφείω της Σ. Διευθύνσεως, παρακαλώ να διορισθεί ούτος γραμματοδιδάσκαλος Σπιναλόγκας και αναλάβη ταχέως τα καθήκοντά του.

Εν Νεαπόλει Τη 19 9/βρίου
ευπειθέστατος
ο Νομαρχ. Επιθεωρητής
Ν.Ε.Γραμματικάκης »

Ο Ιβραήμ Μπαμπαλάκις ανέλαβε καθήκοντα και το σχολείο λειτούργησε κανονικά.σαν γραμματοδιδασκαλείο όπως προαναφέρθηκε από 5/10/1899.(Σημ. 11 )

Περίοδος Κρητικής Πολιτείας

Η εκπαίδευση γενικεύτηκε στο νησί επί Κρητικής Πολιτείας (1898-1913). Το 1898 το νησί απαλλάχτηκε από τον τουρκικό ζυγό αποχτώντας αυτονομία με τη δική του βουλή και διοίκηση. Ανάμεσα στους νόμους και τα διατάγματα που ψηφίστηκαν για την οργάνωση του διοικητικού μηχανισμού, την εξυγίανση του τόπου και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής του ντόπιου πληθυσμού, εξέχουσα θέση κατέχουν αυτά που αφορούν στην οργάνωση και εκσυγχρονισμό της παιδείας.
Με την ψήφιση από την Κρητική Βουλή, τον Απρίλιο του 1899 σημαντικών διατάξεων του Συντάγματος εκπληρώθηκαν οι πόθοι και τα οράματα ολόκληρων γενεών. Σύμφωνα μ’ αυτές τις διατάξεις καθιερώθηκε η υποχρεωτική παιδεία και για τα δύο φύλα. Εντυπωσιακή ήταν και η αύξηση των στατιστικών δεδομένων της εκπαίδευσης (Σχολείων, δασκάλων, δαπανών και άλλων μεγεθών). Τα σχολεία αυξήθηκαν σε 656 το 1909-1910 από 523 που ήσαν το 1899-1900. Ο αριθμός των μαθητών έφτασε τους 40.559 από 35.844 το 1899-1900. Οι δαπάνες για την παιδεία περίπου διπλασιάστηκαν ( από 406.193 δρχ. το 1900 σε 805.749 δρχ. το 1910 ). Δάσκαλοι διορίστηκαν εκτός από απόφοιτοι γυμνασιακών τάξεων, απόφοιτοι σχολαρχείων και ορισμένοι απόφοιτοι τετραταξιών δημοτικών.
Κατά την περίοδο αυτή λειτουργούν δύο τύποι σχολείων: τα κατώτερα (τετρατάξια) και τα ανώτερα ή πλήρη (εξατάξια). Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχουμε τα ημιγυμνάσια στα μικρά επαρχιακά κέντρα, με τρεις τάξεις, τα πλήρη εξατάξια γυμνάσια στα αστικά κέντρα του νησιού και τα ανώτερα παρθεναγωγεία, τριτάξια των Χανίων , Νεαπόλεως και πεντατάξιο παρθεναγωγείο στο Ηράκλειο. Με το νόμο του 1903 ιδρύθηκε στο Ηράκλειο παιδαγωγική σχολή, το τριτάξιο Διδασκαλείο, και στη Μονή Αγίας Τριάδος Χανίων ιεροδιδασκαλείο, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά στην ποιοτική και ποσοτική βελτίωση της εκπαίδευσης στην Κρήτη.
Η νομοθεσία της Κρητικής Πολιτείας σε εκπαιδευτικά θέματα ίσχυσε ως το 1914. Έκτοτε εφαρμόστηκε και στην Κρήτη η κοινή γενική εκπαιδευτική και πολιτική νομοθεσία του Ελληνικού Κράτους.
Σημαντικό ρόλο στα εκπαιδευτικά πράγματα της περιοχής διεδραμάτησε το Γυμνάσιο του Αγίου Νικολάου που ιδρύθηκε το 1924. Στεγάστηκε αρχικά στην οικία Αναστασιάδη με 30 μαθητές και μαθήτριες στην Α΄τάξη και 10 στη Β΄ , και καθηγητές τους Δημ. Στιβακτάκη από την Πλάκα και Μιχ. Αναστασιάδη από τις Λίμνες. Το πρώτο οίκημα του γυμνασίου ανοικοδομήθηκε το 1926 στο λόφο της Καζάρμας στη θέση των παλιών τούρκικων στρατώνων και επεκτάθηκε το 1966 επί εποχής του γυμνασιάρχη Ι. Επιτροπάκη.

Το Δημοτικό Σχολείο Ελούντας

Το παλιό διδακτήριο στην Επάνω Ελούντα

Λεζάντα φωτογρ. 76 .Πλάτος μισό

Το Δημοτικό Σχολείο στην Επάνω Ελούντα. Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1876 . Αποπερατώθηκε το 1898

Από την έκθεση λειτουργίας των σχολείων που συνέταξε το 1876 η Δημογεροντία Λασιθίου πληροφορούμαστε ότι το Δημοτικό Σχολείο της Ελούντας κτιζόταν «μη εισέτι αποπερατωθέν» και οι μαθητές διδάσκονταν σε διάφορα σπίτια ή εκκλησίες.
Το λεύκωμα ιστορίας του Σχολείου που συντάχτηκε το 1955 από το δάσκαλο Γιάννη Τσιχλή, μας πληροφορεί ότι κτίστηκε ανάμεσα στα έτη 1884 και 1890 και λειτούργησε από τότε σαν μονοτάξιο δημοτικό (αρχικά κοινοτικό) με πρώτο δάσκαλο τον Γεώργιο Καροφυλλάκη από τον Κρούστα. Σαν παράρτημα του σχολείου λειτούργησε στην Επάνω Ελούντα Παρθεναγωγείο (σχολείο θηλέων) με δασκάλα τη Μαγδαληνή Ταμπουρατζή από τη Νεάπολη.(Σημ.12 )
Το διδακτήριο κτίστηκε τα έτη 1876-1877 με εισφορές και προσωπική εργασία των κατοίκων των τριών οικισμών της (Επάνω, Κάτω Ελούντα, Μαυρικιανώ) και λειτούργησε στην Επάνω Ελούντα ανατολικά της εκκλησίας της Παναγίας, μεγαλύτερο οικισμό από τους προαναφερόμενους και έδρα της Κοινότητας. Αρωγός στην προσπάθεια των κατοίκων υπήρξε η Δημογεροντία που διέθεσε την ξυλεία. Οι διαστάσεις του αρχικά (1876) ήταν είναι 10μ. μήκος, 4 πλάτος και 4 ύψος. Περί το 1898 έγινε επέκταση 4 μ. και το μήκος έφτασε τα 14 μ.
Πληροφορίες για το διδακτήριο και το εποπτικό υλικό του σχολείου παίρνουμε από έγγραφο του δασκάλου Σταράκη Γεωργίου προς την Ανωτέρα Δ/νση της Εκπ/σεως και των Θρησκευμάτων της Κρητικής Πολιτείας με ημ/νία 12 /11/1899 (Σημ. 13)
Διά της ταπεινής μου έρχομαι να υποβάλλω συμφώνως τη διαταγή
Της Σ.Α. Διευθύνσεως τον ακριβή κατάλογον των σκευών του Σχολείου ως και
Την περιγραφήν της, ήτις εν περιλήψει έχει ως εξής. Ήτοι όργανα είτε άλ-
λα σκεύη παντελώς στερείται, 1 μαυροπίνακα, 1 άχρηστον γραφείον παλαιόν
5 θρανία παλαιάς μεθόδου αλλά και ταύτα κατασπασμένα. Όσον δε αφορά
διά την σχολήν ευρίσκεται εις θέσιν κατάλληλον κ΄ με την προσθήκην
των τεσσάρων μέτρων, 14 περίπου Γαλλικά μέτρα είνε το μήκος
4 το πλάτος κ΄ 3 περίπου το ύψος. 4 παράθυρα εις εκάστην αντίθετον πλευ-
ράν , κ΄ 2 θύραι κατ’ ανατολάς. Απέχει δε άλλων οικημάτων 60 περίπου
μέτρων, και προς την εδώ εκκλησίαν του χωρίου πολύ πλησίον σχεδόν 3 μ.
υπάρχει κοινή της περιφερείας Ελούντας κ΄ Πινών ταύτα μετά του

προσήκοντος σ ε β α σ μ ο ύ
εν Ελούντα 1899 ε υ π ε ι θ έ σ τα ο ς
Νοεμβρίου 12 ο δ ι δ ά σ κ α λ ο ς
Γεώργιος Σταράκις
»

Λεζάντα 77, πλάτος 10 εκ.

Έγγραφο με ημερ/νία 1897-98 της πενταμελούς επιτροπής Ελούντας, προς τη Διοικούσα επιτροπή Μεραμβέλου για την πληρωμή του δασκάλου της Ελούντας Γ. Σταρά

Το Δημοτικό Σχολείο Ελούντας προήχθη σε διτάξιο με την με αρ. 663/108 εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας την 2-7-1913. Σαν τριτάξιο προήχθη με την με αρ. 272 διαταγή του υπ. Παιδείας την 2α /7/1924. Ο αριθμός των μαθητών ολοένα μεγάλωνε (125 φοιτώντες μαθητές το 1932-33 εγγραφέντες 137) και το κτίριο αποδείχτηκε μικρό και ακατάλληλο για να τους στεγάσει. Έτσι προέκυψε η ανάγκη κατασκευής νέου διδακτηρίου. Η διδασκαλία των μαθημάτων γινόταν στο παλιό διδακτήριο, σε ιδιωτικά σπίτια (οντάς Χαριλάου Μαυρικάκη, οικία Χαρκιά Παντελή) ή στο ναό του Αφέντη Χριστού και σε μια ξύλινη παράγκα που είχε ανεγερθεί πάνω από την κοινοτική δεξαμενή, ανατολικά του αύλειου χώρου του σχολείου.
Η κατάσταση του διδακτηρίου σύμφωνα με έκθεση του Επιθεωρητή Μεραμβέλλου 6 & 7 Ιουνίου 1933 είναι άσκημη. (Σημ. 14 ) Διαβάζουμε :

« Διδακτήριον. Μία αίθουσα του Σχολικού Ταμείου.Μία αίθουσα ιδιωτική και μία εις ξυλίνην παράγκαν. Κατάστασις αθλιωτάτη. Ανεγείρεται νέον διδακτήριον.Αρχείον εν τάξει. Θρανία 31 δίεδρα και 9 πολύεδρα ,εποπτικά μέσα διδασκαλίας 10 γεωγραφικοί χάρτες. Βιβλιοθήκη δεν υπάρχει, σχολικός κήπος δεν υπάρχει. Εγγεγραμμένοι μαθητές 137 , παρόντες 125. Αναλογία εγγεγραμμένων εί των κατοίκων 15,1% .Υγιεινή κατάστασις , Υγιείς .Ελαφρά γρίπη εις μερικούς. Καθαριότης, καθαροί. «»


Πρέπει να αναφερθεί η προσπάθεια εκποίησης του διδακτηρίου της εποχής αποπεράτωσης του νέου (δεκαετία του 1950) χωρίς ευτυχώς να υπάρξουν αγοραστές. Ανακαινίστηκε το 1995-96 από την Κοινότητα Ελούντας και προορίζεται για στέγαση Λαογραφικού Μουσείου ή Μουσείου Εκπαίδευσης.

Το σημερινό διδακτήριο

Από την έκθεση πεπραγμένων του Αντώνιου Χαραλαμπόπουλου, επιθεωρητού Δημοτικών Σχολείων Μεραμπέλλου, για την κατάσταση των Διδακτηρίων, έτους 1926, διαβάζουμε :

«Την 31ην Αυγούστου μετέβην εις Ελούντα. Και ενταύθα υπέδειξα όπως υποβληθεί αίτησις αναγκαστικής απαλλοτριώσεως γηπέδου προ πολλού επιλεγέντος και μη παραχωρουμένου. Επίσης ενέργησα όπως εκποιηθώσι το ταχύτερον ελαιόδεντρα τινά παραχωρησθέντα υπό της ενοριακής επιτροπής χάριν ανεγέρσεως διδακτηρίου»


Με την προτροπή λοιπόν του ανωτέρω επιθεωρητή και τη δραστηριοποίηση των δασκάλων Ιωάννη Κανιτάκη, Κων/νου Κατρίνη και Γεωργίου Μαυρικάκη, της Σχολικής Εφορίας, της Κοινότητας και των κατοίκων ξεκίνησαν οι προσπάθειες για την ανέγερση διδακτηρίου στο Σκίσμα στη θέση Βλυχαδάκι, στο οικόπεδο που ανηγέρθη το 1998-2000 το Κοινοτικό κατάστημα. Για διάφορους λόγους αυτό δεν κατέστη δυνατόν και έτσι η σχολική εφορεία απαλλοτρίωσε το 1925, με τη διαδικασία της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, μιας και η ενορία Χουμεριάκου αρνιόταν να το πουλήσει, κτήμα έκστασης 5 στρεμμάτων στη θέση «Ρυάκι-Μαυρικιανώ-Σταυρί» της ενορίας Χουμεριάκου. Η επιλογή του κτήματος έγινε κατ’ αρχήν λόγω του μεγέθους του, και για το λόγο ότι βρισκόταν στο μέσον περίπου τεσσάρων οικισμών της Ελούντας. Το 1928 η Σχολική εφορία ζήτησε από το Υπ. Παιδείας σχέδιο για την ανέγερση του νέου διδακτηρίου τύπου τετρατάξιου. Με προσωπική εργασία και εισφορές των κατοίκων και μικρή αρωγή του κράτους θεμελιώθηκε αρχές της δεκαετίας του 1930 το νέο διδακτήριο σε μήκος 42μ. πλάτος 10μ. κτίστηκαν οι δύο δυτικές αίθουσες και μια μικρότερη που χρησιμοποιήθηκε αρχικά σαν αποθήκη. Οι αίθουσες αυτές αποπερατώθηκαν το 1937 με τη συνδρομή της κοινότητας, διενέργεια εράνου και προσωπική εργασία των κατοίκων. Χαρακτηριστική είναι η με αρ. 8 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Ελούντας έτους 1935.(Σημ. 15)

« Αρ. 8/1935

Εν Ελούντα και εν τω κοινοτικό κατάστημα της Ελούντας σήμερον την δωδεκάτην Μαΐου 1935 το Κοινοτικόν Συμβούλιο Ελούντας συνέλθον κατόπιν προσκλήσεως του κ. Προέδρου αυτού Χαριλάου Εμ. Μαυρικάκη, παρόντων των μελών Αντωνίου Κοκολάκη, Μιχαήλ Περοδασκαλάκη, Μιχαήλ Νικ. Δασκαλάκη, Δημ. Βασιλ. Αρναουτάκη απουσιάζοντος του Εμμ. Φουντουλάκη να συζητήσει επί των κάτωθι θεμάτων:
Επί του τέταρτου θέματος
Ο Πρόεδρος λαβών τον λόγον προτείνει όπως ψηφιστεί πίστωσις εκ δραχμών 20.000 δια το εν Ελούντα ανεγειρόμενον Δημοτικό Σχολείον του οποίου η αποπεράτωσις άνευ της συνδρομής της Κοινότητας είναι αδύνατος του οποίου οι κάτοικοι δι’ εράνου και δια της προσωπικής των εργασίας έχουν τελειώσει την τοιχοποιείαν των δύο αιθουσών υπολειπόμενης μόνο της στέγης. Το Κοινοτικόν Συμβούλιον μετά την σχετικήν συζήτησιν αποδέχεται την εν λόγω πρότασιν του Προέδρου λόγω του ιερού σκοπού της εν λόγω προτάσεως. Μη υπάρχοντος ετέρου θέματος ο κ. Πρόεδρος λύει την συνεδρίασιν.
Ο Πρόεδρος Τα μέλη

Με τα χρήματα που διέθεσε η Κοινότητα κατασκευάστηκε η στέγη από μπετόν από τον εργολάβο Κωστή Σπίθα το 1937.
Τις εργασίες ολοκλήρωσης του διδακτηρίου διέκοψε η Ιταλική Κατοχή (1941-1944) οι κατακτητές χρησιμοποίησαν το σχολείο σαν διοικητήριο και για τη διαμονή τους, καταστρέφοντας το αρχείο του κατά τη διάρκεια της παραμονής τους. Ένα χρόνο μετά την αποχώρηση των κατακτητών η κατάσταση του σχολέιου είναι άθλια . Σε έγγραφο με ημ/νία 24/11/1945 του αναπλ. Επιθεωρητή Μεραμβέλλου προς τον Νομομηχανικό της Νομαρχίας Λασιθίου αναφέρεατι ότι :
« Εξ’επιτοπίου εξετάσεως αντελήφθημμεν ότι το σχολείον Ελούντας δεν δύναται να λειτουργήση κατά τον χειμώνα άνευ επισκευής, καθ’ ότι ελλείπουν άπαντες οι υαλοπίνακες και τα υαλοστάσια, το πλείστον δε μέρος των μαθητών κάθηται, από ανυπαρξίαν θρανίων, κατά γης και παρακολουθεί τα μαθήματα. Παρακαλούμεν όθεν όπως έχητε τούτο υπ’ όψιν σας και ενεργήσητε τα δέοντα κατά την άφιξιν πιστώσεων και υλικών »
Οι προσπάθειες του δ/ντή του σχολείου Ι. Κανιτάκη για αποπεράτωση του σχολείου συνεχίστηκαν και εντατικοποιήθηκαν με τον ερχομό το 1947 του φουρνιώτη δασκάλου Ιωάννη Τσιχλή. Κινητοποιήθηκαν οι Ελουντιανοί, κτίστηκαν οι δυο ανατολικότερες αίθουσες 1948-49, το γραφείο του Διευθυντή και των δασκάλων, έγιναν τα επιχρίσματα εσωτερικά και εξωτερικά (1959-60) ολόκληρου του κτηρίου και κατασκευάστηκε υδατοδεξαμενή χωρητικότητας (1948-49) 120 κ.μ. για τις ανάγκες ύδρευσης και την άρδευση του σχολικού κήπου. Σημαντικό έσοδο για την αποπεράτωση του σχολείου υπήρξε η εύρεση ακονιάς στην αυλή. Εξορύχθησαν 2.000 οκάδες ακόνια προς 3 περίπου δρχ η οκά. Τα τσιμέντα και τα αμμοτσάιλα μεταφερόταν από τον Άγιο Νικόλαο με τα καΐκια στο Σχίσμα και από κει στο σχολείο με τα γαϊδούρια. Ένα ακόμη έσοδο ήταν η εμπορία πατατών που καλλιεργήθηκαν στο σχολικό κήπο.(Σημ. 16)

Λεζάντα φωτ. 78 ,πλάτος μισό


Το Δημοτικό Σχολείο Ελούντας στις αρχές της δεκαετίας του 1950 .Δεξιά το ύψωμα Καρφί.Άποψη από τα βορειοανατολικά.

Ακόμη διαμορφώθηκε ο αύλειος χώρος βόρεια του κτηρίου, επιχωματίστηκε και ισοπεδώθηκε με τη μεταφορά υλικών και κτίστηκε ο περίβολος από το δάσκαλο Ι. Τσιχλή και τους μαθητές. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στο βιβλίο ιστορίας του σχολείου «ότι το κράτος δεν επιβαρύνθει εις την κατασκευή τούτου, οι δε μαθηταί οίτινες ειργάσθησαν εις το κτίσιμο των τοίχων, εις την αμμοκονίασιν, τσιμέντωμα και ισοπέδωσιν του χώρου, παρουσίασαν πρωτοφανήν εργασίαν ωσεί ειδικοί τεχνίται». Ταυτόχρονα κατασκευάστηκαν τα αφοδευτήρια και δημιουργήθηκε ο σχολικός κήπος σε έκταση τριών στρεμμάτων στη νότια πλευρά του αύλειου χώρου. Φυτεύτηκαν διάφορα δασικά, καλλωπιστικά και καρποφόρα δέντρα. Οι μαθητές με την καθοδήγηση του δασκάλου έκαναν φυτώρια και φύτεψαν όλα τα είδη λαχανικών, οσπρίων κλπ. Αποχτούσαν έτσι πολύτιμες γνώσεις και δεξιότητες και εισέπρατταν από την εκποίηση των προϊόντων περί τις 2.000 δρχ. ετησίως σε τιμές του 1954, οποίες διέθεταν για την κάλυψη των αναγκών των οικισμών της Ελούντας.
Με την πληθυσμιακή αύξηση λόγω τουριστικής ανάπτυξης ,αυξήθηκε και ο αριθμός των μαθητών. Προέκυψε τότε η ανάγκη ανοικοδόμησης νέων αιθουσών. Με πρωτοβουλία της σχολικής εφορίας και της Κοινότητας άρχισε να κατασκευάζεται από τη Νομαρχία Λασιθίου (Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσίων) η νέα πτέρυγα αποτελούμενη από μία αίθουσα πολλαπλών χρήσεων στο ισόγειο και δύο αίθουσες διδασκαλίας στον πρώτο όροφο. Οι ενέργειες ολοκληρώθηκαν το Νοέμβρη του 1993 οπότε και δόθηκαν σε χρήση οι νέες αίθουσες. Το καλοκαίρι του 1992 έγινε η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης και επισκευαστικές εργασίες λόγω πτώσης των επιχρισμάτων στην παλιά πτέρυγα. Το 1996 έγινε η ασφαλτώστωση του αύλειου χώρου. Τα έτη 1994-95-96 ανακατασκευάστηκε η περίφραξη του αύλειου χώρου και έγινε η προσθήκη δύο τουαλετών. Το 2000 έγιναν επισκευαστικές εργασίες στην οροφή του κτιρίου που παρουσιάζει πρόβλημα ) πτώση των επιχρισμάτων), γκρεμίστηκε ο βορειοδυτικός τοίχος και ανακατασκευάστηκε (2001-2002). Με αποκλειστική χρηματοδότηση του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων κατασκευάστηκαν οι τέσσερις αίθουσες νότεια του αύλειου χώρου (2002-2003) νέες τουαλέτες και διαμορφώθηκε και πλακοστρώθηκε ο νότιος αύλειος χώρος 2005-2007.

Οργανικότητα του Σχολείου

Όπως αναφέραμε ιδρύθηκε ως Δημοτικό Σχολείο το 1884 και ως Δημοτικό σχολείο Γ΄ τάξης το 1889. Το σχολείο λειτούργησε με ένα δάσκαλο που πληρωνόταν από τους κατοίκους. Με την έναρξη της Κρητικής Πολιτείας ιδρύθηκε το μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Ελούντας 11/87/7-10-1899, 78/51/15-9-1900, ως αδιαίρετο 103/57/1901. ως Α/θμιο αδαίρετο 41/42/28-7-1903, ως Β/θμιο θηλέων 424/59/24-10-1907, ως αδιαίρετο μεικτό 102.51.30-7-1911. Υποβιβάστηκε σε μονοτάξιο με το 86/66/14-9-1912. Καταργήθηκε το θηλέων 111/37/5-7-1910. Προήχθη σε διτάξιο με το 663/108/9-10-1913. Προήχθη σε τριτάξιο με το 147/2-7-1924.(Σημ. 17)
Ο αρθμός των μαθητών μεταπολεμικά (1951) έφτασε τους 131 και το σχολείο προήχθη σε τετραθέσιο με την με αριθμό 147/1-10-1952 διαταγή του υπ. Παιδείας. Λόγω εσωτερικής μετανάστευσης μειώθηκε ο αριθμός των μαθητών και το σχολείο υποβιβάστηκε σε 3/θέσιο στις ΦΕΚ 77/3-5-1965. Ο αριθμός εξακολουθούσε να μειώνεται και αποφασίστηκε (1973) ο υποβιβασμός του σε 2/θέσιο.Δεν λειτούργησε όμως ως διθέσιο.Με την έναρξη του τουρισμού στην Ελούντα γεγονός που προκάλεσε τον επαναπατρισμό πολλών Ελουντιανών τη δεκαετία του 1970 , αρχίζει η αύξουσα πορεία του. Το 1977 προήχθη σε τετραθέσιο, το 1987 (Π.Δ. 340) σε 5/θέσιο, το 1988 σε 6/θέσιο, το 2001 σε 7/θέσιο, και το 2008 σε 8/θέσιο. Από το 1989-90 διδάσκονται στο σχολείο από εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων Αγγλικά και Φυσική Αγωγή, το 1991-92 θεσμοθετήθηκε η Ειδική Τάξη ή Τάξη Ένταξης για τους μαθητές με μαθησιακά προβλήματα και το 2001 η Τάξη Υποδοχής για τους παλινοστούντες και αλλοδαπούς μαθητές. Από το 1999 άρχισε η λειτουργία τάξης διευρυμένου ωραρίου (ολοήμερο).

Δάσκαλοι που υπηρέτησαν

Λεζάντα Φωτογρ. 79 , πλάτος μισό

Οι δάσκαλοι που υπηρέτησαν στο Δημοτικό Σχολείο Ελούντας από το 1904 ως το 1965. Διακρίνονται οι : Κων/νος Κατρίνης πάνω αριστερά , Ιωάννης Κανιτάκης πάνω δεξιά , Ελένη Σφυράκη στο κέντρο , Γεώργιος Μαυρικάκης κάτω αριστερά και Ιωάννης Τσιχλής κάτω δεξιά

Ο πρώτος δάσκαλος που υπηρέτησε ήταν ο Γιώργιος Καριοφυλλάκης από τον Κρούστα τα έτη 1884-85 και 1890-99, Γεώργιος Σταράκης ή Σταράς 1896-1904.Καταγόταν από τη Βάθεια Πεδιάδος παντρεμένος στη Φουρνή (με μισθό 100 γρόσια στην Ελούντα το 1898 , Δημήτριος Νικητάκης από το Καστέλλι Φουρνής, Εμμανουήλ Παπαθεοδώρου 1903-4, Δημήτριος Αμαριωτάκης 1905-7 από τη Φουρνή πατέρας της Μαρίας Αμαριωτάκη, Μιχαήλ Σηφάκης 1907-8 επίσης από τη Φουρνή, Ιωάννης Κανιτάκης 1913-1947 από Επάνω Φουρνή παντρεμένος και εγκατεστημένος στην Ελούντα, Κωνσταντίνος Κατρίνης 1912-31 από Ελούντα , Γεώργιος Μαυρικάκης 1904-1923 & 1928-1940 από Ελούντα, Ελένη Δρακωνάκη 1930-1932 από Φουρνή, Ελένη Σφυράκη από Ελούντα 1923-48, Μαρία Καλιατάκη 1940-52, Σκεύω Τυράκη 1941-44, Εμμανουήλ Γ. Ζερβός 1941-44, Μαρία Σηφάκη 1946-48, Γεωργία Σφυράκη 1948-54 από το Νικηθιανώ, Ιωάννης Τσιχλής 1947-65 με μεγάλη προσφορά στην αποπεράτωση του σχολείου και του αύλειου χώρου υπηρέτησε αρκετό διάστημα γραμματέας κοινότητας, Πηνελόπη Ρουσάκη 1954-60 ,Αμαριωτάκης Ιωάννης από το Σκινιά παντρεμένος στις Πινές. Από το 1960 και μετά υπηρέτησαν στο Σχολείο οι Ελουντιανοί δάσκαλοι: Εμμανουήλ Λεων. Ζερβός 1960-62, Αντώνης Δρακωνάκης 1966-75, Νικόλαος Σωκράτη Σφυράκης, Ευαγγελία Λεμπιδάκη 1959-64,
Η Ιωάννα Ηλιάκη 1964-76 που υπηρέτησε υπηρεσιακός Πρόεδρος της Κοινότητας Ελούντας από το Σεπτέμβρη του 1074 μέχρι το Μάιο του 1975.
Από το 1975 και μετά η Μαριάνθη Αρναουτάκη, ο Εμμανουήλ Μπαρμπούνης, ο Ιωάννης Κυπριώτης και ο Μύρων Φρουζάκης (Δντές). Μετά το 1990 που αυξάνεται η οργανικότητα του Σχολείου υπηρετούν πολλοί δάσκαλοι οι περισσότεροι από τους οποίους για ένα χρόνο και μετατίθενται. Για αρκετό χρονικό διάστημα υπηρέτησαν οι δάσκαλοι: Ηλίας Αγγελάκης, Ασπασία Βοσκοπούλη, Ιωάννης Αγγελάκης, Χρυσούλα Σφακιανάκη, Μαρίνα Σινιολάκη, Νικόλαος Καστρινάκης, Ιωάννης Κωστογιάννης, Ευαγγελία Καπιτσάκη (1992-2007), Καλλιόπη Μαθιουδάκη (1997-2005 & 2007-8 ), Στυλιανός Αλπαντάκης (1998-1999) και (2002-2008), Αικατερίνη Τσικαλάκη (2000-2008), Ειρήνη Μπουραντάκη (2001-2008), Γεώργιος Κουμπανάκης (2002-2007) από τη θέση του Δ/ντή, Μανόλης Μακράκης (1998-2008).

Βοηθητικό προσωπικό

Ο Γεώργιος Λουκάκης από την Επάνω Ελούντα υπηρέτησε ως παιδονόμος για 27 ολόκληρα χρόνια (1925-1952). Η Σταυρωτή Λουκάκη από την Κάτω Ελούντα υπηρέτησε το σχολείο σαν καθαρίστρια από το 1978 μέχρι το 2001.

Αριθμός μαθητών

Λεζάντα φωτογρ. 81. πλάτος ολόκληρο

Μαθητές και μαθήτριες του Δημ. Σχολ. Ελούντας τη δεκαετία του 1930 .Διακρίνεται στο κέντρο η δασκάλα Σφυράκη Ελένη.

Φωτο 82 ,πλάτος ολόκληρο

Μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Ελούντας το 1949. Δεξιά ο δάσκαλος Τσιχλής και οι δασκάλες Σφυράκη Γεωργία και Καλλιατάκη Μαρία. Αριστερά ο παιδονόμος Λουκάκης Γεώργιος και εργάτες που εργάζονταν για την ανοικοδόμηση του διδακτηρίου

Λεζάντα Φωτογρ. 83 Το σχολείο σήμερα

Το 1884-85 πρώτο έτος λειτουργίας του σχολείου φοιτούσαν σ’ αυτό 24 μαθητές. Ο αριθμός του αυξήθηκε τα επόμενα χρόνια και το 1899-1900 αυξήθηκε στους 84. Πρέπει να σημειώσουμε ότι όλοι οι μαθητές ήταν άρρενες. Η νοοτροπία της εποχής απέκλειε τα κορίτσια τα οποία άρχισαν να εγγράφονται από τα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Μεγαλύτερος αριθμός εγγεγραμμένων μαθητών φαίνεται το 1915-16 με 191 μαθητές συμπεριλαμβανομένου και των Πινών. Η λειτουργία σχολείου στις Πινές τον επόμενο χρόνο μείωσε τον αριθμό στους 130. (Δεν εξηγείται όμως αφού στο Δ.Σ. Πινών φοιτούσαν τον α΄χρόνο 1916-17 , μόνο 20 μαθητές). Αν εξαιρέσουμε αυτή τη χρονιά ο μεγαλύτερος αριθμός είναι το σχ. Έτος 1943-44 με 171 μαθητές. Μικρότερος το 1977-78 με 69 μαθητές.
Οι μαθητές ανά δεκαετία είναι : 1900-1910 μαθ. 69 , 1910-20 μαθ. 129 , 1920-30 μαθ. 141 ,1930-40 μαθ. 148 , 1940-50 μαθ. 156 ,, 1950-60 μαθ. 122, 1960-70 μαθ.98 ,1970-80 μαθ. 77 , 1980-90 μαθ.111 , 1990-2000 μαθ. 127 , 2000-08 μαθ. 132.
Ο αριθμός των μαθητών του σχολείου αυξάνεται συνεχώς .Το τελευταίο σχ. Έτος 2007-08 φοιτούν στο σχολείο 150 μαθητές. Ελληνικής καταγωγής είναι οι 107 και οι 43 αλλοδαποί κυρίως αλβανικής καταγωγής (38) ,δύο φιλιπινέζικης , ένας σερβικής , ένας βουλγαρικής και ένα Π.Γ.Δ. Μ. Στο Σχολείο μέχρι το 2008 φοιτούσαν 7 μαθητές από την Πλάκα και ένας από το Σκινιά .

Φοίτηση

Ένα σημαντικό πρόβλημα από την έναρξη λειτουργίας του σχολείου μέχρι τη δεκαετία του 1950, που δυσχέραινε σοβαρά την πρόοδο υπήρξε η ελλειπή φοίτηση
των μαθητών. Οι μαθητές χρησιμοποιούνταν από τους γονείς είτε για να βόσκουν πρόβατα είτε για να τους βοηθούν στις διάφορες γεωργικές εργασίες. Ενδιαφέρον παρουσιάζει μια έκθεση λειτουργίας του Δημοτικού Σχολείου κατά το πρώτο εξάμηνο του σχολ. έτους 1907-8 που υπογράφει ο δάσκαλος Γεώργιος Μαυρικάκης (σημ. 18 ) :

«Κύριε Επιθεωρητά
Εν τω σχολείω Ελούντας εν τω οποίω υπηρετώ από τας αρχάς του παρελθόντος Οκτωβρίου διαδεχθείς τον καθ’ όλον το σχολικόν έτος 1906-7 διδάξαντα κ. Μιχάλη Σηφάκη ενεγράφησαν εφέτος 64 άρρενες μαθηταί. Εκ τούτων τακτικώς μόνον φοιτώσι 50 οι δε λοιποί ατάκτως ή ουδαμώς. Η άτακτος αύτη φοίτησις των μαθητών παρατηρείται κατ’ αυτήν ιδίως την εποχήν και μάλιστα όταν είναι εσοδεία του ελαίου ως εφέτος, διότι ένεκα των πολλών εργασιών πολλαί μεν οικογένειαι κρατώσι τα τέκνα των όπως τας βοηθώσιν, άλλαι δε πάλιν μεταβαίνουσιν εις τα μετόχια των τα οποία ευρίσκονται μακράν του σχολείου, και τα τέκνα των δεν φοιτώσι κατά το διάστημα αυτό λόγω της αποστάσεως. Το τοιούτον εννοείται ότι βλάπτει πολύ την πρόοδον των μαθητών ως εκ τούτου εξ’ όλων των τάξεων φαίνονται ήδη προβιβάσιμοι μόνον 42, οι λοιποί υστερούντες ιδίως εις τα ελληνικά και τα Μαθηματικά λόγω αμελείας ή ατάκτου φοιτήσεως δε παρέχουσιν ελπίδας προβιβασμού επί του παρόντος…
Και ταύτα μεν όσον αφορά την φοίτησιν και πρόοδον των μαθητών. Όσον δε διά το διδακτήριον , τούτο είναι οικοδομημένον επί υψηλού ωραίου και ανοιχτού μέρους εις το άκρον του χωρίου πλησίον της εκκλησίας και με πλατείαν έξωθεν. Είναι αρκετά ευρύχωρον και έχει επτά παράθυρα και δύο θύρας , ώστε δύναται τις να είπη ότι είναι οικοδομημένος συμφώνως με τους κανόνας της υγιεινής. Όσον διά τα σχολικά έπιπλα έχει θρανία νέου συστήματος δύο μαυροπίνακας και μίαν τράπεζαν. Μόνον διδακτικά όργανα δεν υπάρχουσιν δηλ. Αριθμητήριον Αναγνωστήριον και άλλα αναγκαία διά την διδασκαλίαν. Και ναι μεν η Σχολική επιτροπή δεν αρνείται την συνδρομήν της αλλ’ αδυνατών να πράξη τούτο, ελλείψει χρημάτων, επί του παρόντος.

Ευπειθέστατος
Ο διδάσκαλος
Γ.Ε. Μαυρικάκης
»

Οι εκπαιδευτικές αρχές έπαιρναν διάφορα μέτρα κυρίως επιβολή προστίμου για να περιορίσουν τη μαθητική διαρροή. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στο με ημ/νία 13/3/1946 έγγραφο του αναπλ. Επιθεωρητή προς τον Δ/ντή του Δ.Σ. Ελούντας :

« Παραγγέλομεν όπως άμα τη λήψει της παρούσης υποβάλητε απροφασίστως πίνακας εις τριπλούν και με τα απαραίτητα στοιχεία των πέντε γονέων, ων τα τέκνα δεν φοιτούν εν τω σχολείω ουδόλως, ίνα επιβάλλομεν αυτοίς χρηματικόν πρόστιμον κατά τον νόμον.
Πάσαν αμέλειαν υμών θα τιμωρήσωμεν παραδειγματικώς. »

Τα μαθήματα γινόταν πρωί και απόγευμα. Ελλείψει ρολογιών η καμπάνα της εκκλησίας σήμαινε και την προσέλευση των μαθητών στο σχολείο. Για την κρούση της καμπάνας μεριμνούσε ο υπηρέτης του σχολείου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα έγγραφο με ημ/νία 3/11/1947 του Επιθεωρητή Δημοτικών Σχολείων Μεραμβέλλου προς τον Λουκάκην Γεώργιον , υπηρέτη του Δ.Σ. Ελούντας .

« Καθώς επληροφορήθημεν ο κώδων της εκκλησίας δεν σημαίνει εγκαίρως διά την προσέλευσιν των μαθητών , διά ταύτα σας παραγγέλωμεν όπως του λοιπού γίνεται τακτικοί , διότι προτιθέμεθα να λάβωμεν αυστηρά μέτρα εναντίον σας.

Ο Επιθεωρητής

Κοινοποίησις
. Δ/ντήν του σχολειου με την σύστασιν να παρακολουθεί προσεκτικώς την τάξιν και πειθαρχίαν του ως άνω υπαλλήλου και να αναφέρει ημίν ανελλιπώς » (Σημ. 19)

Λεζάντα φωτο 84 .Πλάτος 10 εκ.

Έκθεση του μαθητή Δασκαλάκη Μιχάλη (1906-2003 ) έτους 1917

Μαθητικά συσσίτια

Προσπάθεια ίδρυσης μαθητικών συσσιτίων έγινε κατά τη διάρκεια της Κατοχής από τη δασκάλα Παρασκευή (Σκεύω) Τυράκη αλλά δεν ευοδώθηκε. Λειτούργησαν μεταπολεμικά αμέσως μετά την Κατοχή (σχολ. έτος 1946-47) , και στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Παιδικά παιχνίδια

Άξια αναφοράς είναι τα παιχνίδια που έπαιζαν οι μικροί μαθητές : καλόγερο ,αλεκατρίδες (πεντόβολο) ,κουτσό ,τυφλόμυγα ,μάινα ,τσουρίτια ,απαλέθια , κούκλες από πανιά , μπάλες από πανιά ,μακρά γαϊδούρα (βουμβ βαρ) , τόπι στον τοίχο ,τοιχάκι (με δεκάρες) , τσιλίκι ,ντάμα (με 8 πέτρες ο κάθε αντίπαλος ) ,τριώδιο (με 3 πέτρες κάθε αντίπαλος) κ. ά.

Λεζάντα φωτο 85 πλάτος μισό

Κάτω Ελούντα αυλόγυρος Παναγίας Απρίλιος 1964. Ένα παιδί ξυπόλητο απολαμβάνει το παιγνίδι του οδηγώντας το τσουρί (κυκλικό μεταλικό δίσκο) με τη μπαγιονέτα (μεταλικό έλασμα 60-90 εκ.) στρεμβλωμένου στην κάτω μεριά για να μην ξεφεύγει ο δίσκος ενώ η πάνω του μεριά χρησιμοποιούνταν σαν χειρολαβή.Παιχνίδι ιδιαίτερα αγαπητό εκείνα τα χρόνια. Η φωτογραφία προέρχεται από το λεύκωμα του Κων/νου Μάνου ‘ A Greek Portfolio’

Λεζάντα φωτ. 86 ,πλάτος ολόκληρο

Κάτω Ελούντα 1964 Η μπάλα ήταν ένα από τα αγαπημένα παιγνίδια των παιδιών. Στο βάθος η Επάνω Ελούντα. Φωτογρ. Κων/νος Μάνος

Νυχτερινό σχολείο

Κατά το σχολικό έτος 1955-56 λειτούργησε νυχτερινό σχολείο με 17 μαθητές ηλικίας 18-42 ετών. Σκοπός λειτουργίας του ήταν να πάρουν απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου ενήλικες που για διάφορους λόγους είχαν εγκαταλείψει τη φοίτηση στην παιδική τους ηλικία. Στο Νυχτερινό Σχολείο Ελούντας δίδαξε ο Ι. Τσιχλής. Φοίτησαν 17 μαθητές οι 13 στην ΣΤ΄ και οι 4 στην Α΄ τάξη.

Ευεργέτες του Σχολείου

Το έτος 1962 ο Εμμανουήλ Νικ. Πουλής δώρισε στο σχολείο της γενέτειράς του ένα οίκημα (σήμερα λειτουργεί εστιατόριο) στο Σκίσμα από το οποίο το Σχολείο αντλεί ένα σημαντικό ποσό μηνιαίως με το οποίο καλύπτει τις πολλές ανάγκες.

Τελειώνοντας, πρέπει να αναφέρουμε ότο το Δημοτικό Σχολείο της Ελούντας έδωσε βασικές γνώσεις, και ώθησε στο δρόμο των γραμμάτων πολλές γενιές Ελουντιανών συμβάλλοντας καθοριστικά στην άνοδο του μορφωτικού και πολιτιστικού του επιπέδου και στην πρόοδο του τόπου.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *